Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με το θέατρο;
Μικρό παιδί, μου έφτιαξε ο πατέρας μου μια σκηνή για Καραγκιόζη. Το Θέατρο Σκιών δεν έχει την πλήρη θεατρική βαθύτητα και πολυπλοκότητα, μα κρύβει μέσα του όλα τ’ απαραίτητα: πρόσωπα, διάλογο, εισόδους, εξόδους, συγκρούσεις, πλοκή…
Ποιο ήταν το ερέθισμα που σας έκανε να ακολουθήσετε αυτή την πορεία στο χώρο της τέχνης;
Δύο θάνατοι: φίλου στενού, συνομήλικου, σ’ ηλικία 22 ετών· γιαγιάς ένα χρόνο πρωτύτερα.
Ποιες είναι οι επιρροές σας θεατρικά και κινηματογραφικά;
Στο Θέατρο: οι Αρχαίοι Τραγικοί, ο Γερμανικός Κλασικισμός, ο Κλάιστ, ο Ίψεν (που τον μεταφράζω και τον σχολιάζω), ο Μπρεχτ (δραματουργικά και σκηνοθετικά).Στον Κινηματογράφο: ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ, ο Όρσον Γουέλς.
Αυτό το διάστημα έχετε αναλάβει την σκηνοθεσία και ερμηνεία στο θεατρικό έργο Μακιαβέλλι, θέλετε να μοιραστείτε δυο λόγια για την παράσταση;
Στον Μακιαβέλλι προσπαθώ να κατανοήσω τα φαινόμενα της εξουσίας και της Πολιτικής, εκκινώντας απ’ το λόγο του Ιταλού στοχαστή στον Ηγεμόνα. Εμπνεόμενος απ’ αυτό το πολυδιάστατο κείμενο, έγραψα την πρώτη μορφή, το: Σινιόρε Μακιαβέλλι,.. γελάστε! (θέατρο Αλκμήνη Δεκέμβριος 2012). Ακολούθησε ο Μακιαβέλλι με τη σημερινή του δομή (θέατρο ΜΠΙΠ, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2018). Ο στοχασμός του αναγεννησιακού αποκαλύπτει και τα σύγχρονα αδιέξοδα κι αιτούμενα στο θεμέλιο των κρατών και των κοινωνιών -αυτό θέλω ν’ αναδείξω και να του δώσω μορφή. Το θεατρικό έργο κυκλοφορεί ως βιβλίο με δική μου απόδοση και σχολιασμό του Ηγεμόνα, ώστε ο αναγνώστης να συγκρίνει και να εννοήσει τί κράτησα, τί άφησα, τί μετατόπισα.
Τώρα ξανανεβαίνει, με τρίτη σκηνοθεσία, στο θέατρο Κνωσσός στις 25/05/2019.
Συνοδοιπόροι απαραίτητοι – ο καθένας με τον τρόπο του – η Κατερίνα Χάσκα, (βοηθός σκηνοθεσίας κι οργάνωση παραγωγής), η Ειρήνη Βαζιργιαντζίκη (κοστούμι), ο Αλέξανδρος Πολιτάκης (σχεδιαστής φωτισμών), ο Γιώργος Λιτσικάκης (ηχητικά εφέ), Ηλίας Κωστάρας (φωτογραφία)·παλαιότερα: Χριστίνα Χριστοφή (βοηθός σκηνοθεσίας), Ελισάβετ Αναγνώστου (ως γελωτοποιός στην πρώτη μορφή, παίζοντας βιολί επί σκηνής), Μαρκέλλα Ευθυμίου (συμπαραστάτης στην πρώτη μορφή).
Στη νέα σκηνοθέσια δίνω μεγαλύτερη έμφαση στο προσωπικό ψυχικό «αποτύπωμα» των μεγάλων και κατακλυσμιαίων γεγονότων που ορίζουνε έθνη, λαούς, κράτη και κοινωνίες· δηλαδή στον τρόπο αντίδρασης του στοχαστή, υπό μία έννοια.
Είναι δύο δράματα δικά μου που θέλω να σκηνοθετήσω: ο Αμφιτρύων (τραγικοκωμωδία) κ’ η Ανδροδικία (δικαστικό δράμα-τραγωδία). Και στα δυο είναι καταλυτική η παρουσία του χορού. Θέλω να εργαστώ μ’ ένα δομημένο σύνολο επί σκηνής, τον χορό· να κατανοήσω στην πράξη πώς το πλήθος παύει νά ΄ναι ετερόκλητη συνάθροιση και, παρά που το σύνολο κινείται κι αντιδρά εμμελώς και συρρυθμισμένα, δεν αποβάλλει κάθε συναποτελούν άτομο την ιδιοπροσωπία του.
Αυτόν τον καιρό μεταφράζω το ποιητικό δράμα Μαρτίνος Λούθηρος της Νορβηγίδας Maria Tryti Vennerød που θα πρωτοεκδοθεί στην Ελληνική γλώσσα, πριν απ’ τα Νορβηγικά. Μ’ ενδιαφέρει πολύ η συγκεκριμένη ιστορική μορφή…
Είστε ένας πολυεπίπεδος καλλιτέχνης, υπάρχει κάποια ιδιότητα σας, που εσείς ο ίδιος ξεχωρίζετε;
Όταν ξεκινούσα, έλεγα και ξανάλεγα για τη σκηνοθεσία (όπως κι όσο την καταλάβαινα).
Πόσο έχει επηρεάσει η κρίση την τέχνη αρνητικά και πώς μπορεί η τέχνη να επηρεάσει θετικά τη ζωή στα χρόνια της κρίσης;
Η κρίση, λόγω της αχρήστευσης παλαιότερων δομών και λειτουργιών στη θεατρική «πιάτσα», έφερε μιαν υπερπληθώρα παραστάσεων. Οι πάμπολλες σχολές, την εποχή της «ευμάρειας», προμήθευαν την αγορά εργασίας μ’ ανεξειδίκευτο, απροσανατόλιστο και ευκολομεταχειρίσιμο εργατικό δυναμικό (ακούγεται πολύ βαρύ, κι όμως είναι η πικρή αλήθεια). Αυτά γίνονταν και σε προηγούμενες δεκαετίες· τα χρόνια 2000-10, τότε που σπούδαζα κ’ εγώ στη δραματική σχολή, το φαινόμενο γιγαντώθηκε κι ακόμα δεν έχει περισταλεί. Οι νέες κ’ οι νέοι, μοιραία, συμπίεσαν τα κεκτημένα των προηγούμενων -όχι όμως για να βρουν οι ίδιοι κάποιο χώρο. Η υποκριτική, ως επάγγελμα, σχεδόν ισοπεδώθηκε. Δυστυχώς, οι μεγαλύτεροι σ’ ηλικία άνθρωποι του Θεάτρου δεν επέδειξαν τ’ απαιτούμενα αντανακλαστικά, ώστε να συγκρατήσουν την «πλημμύρα». Μ’ άλλα λόγια, σας περιγράφω ό,τι συνέβη σε πολλά επαγγέλματα, απ’ την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων το 1997 και δώθε. Μια τέχνη δεν ξεφεύγει απ΄ τη γενικότερη κατάρρευση – ελάχιστα τ’ αντιπαραδείγματα.
Η ζωή επωφελείται απ’ την ειλικρινή, εδραία και συνειδητή τέχνη. Μα κι ο κάθε ζωντανός οφείλει να είναι φιλαλήθης, εξεταστικός, μή παραδομένος στην καταβολική του αδράνεια. Αν αυτές οι προϋποθέσεις υφίστανται, ίσως γίνει κάτι… Πολύ φοβάμαι ότι λίγες εποχές τα συνδύαζαν. Εάν και εφόσον η δικιά μας καταφέρει ένα μικρότατο κλάσμα αυτού του συνδυασμού, κάτι όντως
σημαντικό μπορεί να γεννηθεί.
Τι πιστεύετε είναι αυτό που κάνει μια παράσταση επιτυχημένη;
Η λελογισμένη εφαρμογή της επιταγής: «Τίποτα να μη συμβαίνει δίχως τη συνειδητή επιλογή του δημιουργού.» Αυτό είναι για μένα το θεμέλιο. Έλεγε ο Γκρύντγκενς (ίσως ο σημαντικότερος Γερμανός ηθοποιός του 1 ου μισού του 20 ου αιώνα), σε μια του συνέντευξη: «Στο Θέατρο μ’ ενδιέφερε πάντα η εξουδετέρωση του τυχαίου.»
Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να μοιραστείτε με τα παιδιά που σκέφτονται να ακολουθήσουν μια πορεία στο θέατρο;
Όσο μου επιτρέπεται και φοβούμενος μην καταντήσω σαν εκείνους που περιγελούσα σε μικρότερη ηλικία, θα ΄λεγα: «Ο Κόσμος υπάρχει και δίχως όλο το Θέατρο -πόσο μάλλον δίχως εσάς τους ίδιους. Ναι, είστε μοναδικοί, αλλά η μοναδικότητά σας είναι ένας κόκκος άμμου στην άκρη τρικυμισμένης θάλασσας. Ξεχάστε κάθε έννοια ταλέντου, δήθεν προηγούμενης ικανότητας. Αφήστε στην άκρη τη ραθυμία.
Αισθανθείτε πέρ’ απ’ το συνηθισμένο, μελετήστε πέρ’ απ’ το λιγοστό, στοχαστείτε πέρ’ απ’ το τετριμμένο, πράξτε πέρ’ απ’ το αναμενόμενο. Και… ατσαλωθείτε, γιατί οι προβολείς μεγεθύνουν τα προβλήματα που βασανίζουν κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα: τις κακεντρέχειες, τις υστεροβουλίες, τις χυδαιότητες, την αναξιοκρατία.»
Τι θα λέγατε να κλείσουμε με μια φράση του Μακιαβέλλι που εσάς προσωπικά σας άγγιξε περισσότερο, όπως και με μια φράση του θεατρικού έργου;
Απ’ την αφιέρωση του Ηγεμόνα στον Λορέντζο των Μεδίκων: «Όπως οι τοπογράφοι, για να καταγράψουν τα βουνά και τους τόπους στα ψηλά, κατεβαίνουν στις πεδιάδες, και, για να καταγράψουν τις πεδιάδες, ανεβαίνουν στα βουνά, έτσι λοιπόν, για να γνωρίσει κάποιος ακριβώς τον χαρακτήρα των λαών, οφείλει να είναι ηγεμόνας, και για να γνωρίσει ακριβώς το χαρακτήρα των ηγεμόνων, πρέπει να ΄ρχεται απ᾿ το λαό…»
Απ’ το θεατρικό μου έργο θα ξεχώριζα τη φράση: «Όπως τ᾿ άλογο σέρνει τ᾿ άρμα, έτσι κ᾿ η Ηθική ακολουθεί τον Κόσμο. Μα βλέπω συχνά-πυκνά το άρμα να μπαίνει πριν απ᾿ τ᾿ άλογο, και τον οδηγό να περιμένει κείνο και να τραβήξει και να θρέψει τ᾿ άλογο… Άλλο, λοιπόν, ο Κόσμος όπως θα ΄πρεπε – ή θα θέλαμε – κι άλλο όπως πραγματικά είναι.»
Σύνταξη ερωτήσεων
Χριστίνα Ρώση